Κωνσταντίνος Νικ. Τσοβόλας Δικηγόρος Ποινικολόγος | Αθήνα Κ:6932198300

Αγορά, κατοχή και διακίνηση ναρκωτικών: Ποινές, νομικό πλαίσιο και υπεράσπιση. (Αναλυτική εκδοχή του άρθρου)

Εισαγωγή

Η παράνομη αγορά, κατοχή και διακίνηση ναρκωτικών ουσιών αποτελούν σοβαρά ποινικά αδικήματα, τα οποία αντιμετωπίζονται αυστηρά από το ελληνικό ποινικό δίκαιο. Η προστασία της δημόσιας υγείας και της κοινωνικής ασφάλειας αποτελεί προτεραιότητα του νομοθέτη, ο οποίος καθορίζει σαφείς ποινικές ρυθμίσεις για τα συγκεκριμένα εγκλήματα.

Η παρούσα ανάλυση επιχειρεί να παρουσιάσει το πλήρες νομικό πλαίσιο, με επιστημονικό ύφος, υπό το πρίσμα της ισχύουσας νομοθεσίας (Ν. 4139/2013, Ποινικός Κώδικας) και της νομολογίας, δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στην ερμηνεία των κρίσιμων διατάξεων και στην πρακτική εφαρμογή τους.


1. Νομικό Πλαίσιο

1.1 Νόμος 4139/2013: «Περί Ελέγχου των Ναρκωτικών και άλλες διατάξεις»

Ο Ν. 4139/2013 αποτελεί τον κεντρικό νομοθέτημα που ρυθμίζει τα ναρκωτικά στην Ελλάδα, εναρμονίζοντας το εθνικό δίκαιο με τις διεθνείς συμβάσεις (Ενιαία Σύμβαση του 1961, Σύμβαση του 1971). Ο νόμος περιλαμβάνει ορισμούς, ρυθμίσεις περί παραγωγής, κατοχής, διακίνησης, ποινές και μέτρα θεραπείας.

Άρθρο 2 – Ορισμοί

Παραθέτουμε το κείμενο όπως ακριβώς ορίζεται στο άρθρο 2 του Ν. 4139/2013:

> «Για τους σκοπούς του παρόντος νόμου:
α) Ως ναρκωτική ουσία νοείται κάθε φυσική ή συνθετική ουσία, είτε περιλαμβάνεται στους καταλόγους του νόμου είτε όχι, που έχει ψυχοδραστική ή τοξική δράση.
β) Ως παραγωγή νοείται η παρασκευή, η σύνθεση, η επεξεργασία και η μετατροπή ουσιών που εμπίπτουν στην έννοια του νόμου.
γ) Ως καλλιέργεια νοείται η καλλιέργεια φυτών που περιέχουν ναρκωτικές ουσίες.
δ) Ως κατοχή νοείται η κατοχή οποιασδήποτε ποσότητας ναρκωτικών, ανεξαρτήτως προορισμού.
ε) Ως διακίνηση νοείται κάθε μεταφορά, διανομή, πώληση, εμπορία ή διακίνηση ναρκωτικών.»


Αυτοί οι ορισμοί είναι θεμελιώδεις για την ερμηνεία των επόμενων διατάξεων και τη νομική αξιολόγηση κάθε υπόθεσης.

Άρθρο 29 – Παράνομη παραγωγή, καλλιέργεια, διακίνηση, εμπορία και κατοχή ναρκωτικών

Η κύρια ρύθμιση για την ποινική αντιμετώπιση των αδικημάτων περιγράφεται ως εξής:

> «1. Όποιος παράνομα παράγει, καλλιεργεί, εμπορεύεται, διακινεί ή κατέχει ναρκωτικές ουσίες τιμωρείται με κάθειρξη τουλάχιστον δέκα (10) ετών.
2. Εάν οι ανωτέρω πράξεις τελούνται σε μεγάλη κλίμακα ή από εγκληματική οργάνωση, η ποινή είναι κάθειρξη τουλάχιστον δεκαπέντε (15) ετών.
3. Εάν η ποσότητα είναι μικρή και προορίζεται για προσωπική χρήση, η ποινή είναι φυλάκιση έως τρία (3) έτη ή και χρηματική ποινή.»


Η διατύπωση της διάταξης προβλέπει διαφορετική αντιμετώπιση ανάλογα με το μέγεθος της ποσότητας και τη βαρύτητα της πράξης. Η ύπαρξη «μεγάλης κλίμακας» συνδέεται με ποσοτικά όρια και την εμπλοκή σε οργανωμένα δίκτυα.

Άρθρο 30 – Κατοχή μικροποσοτήτων για προσωπική χρήση


> «Η κατοχή μικρής ποσότητας ναρκωτικών ουσιών που προορίζεται για αποκλειστικά προσωπική χρήση δεν αποτελεί ποινικό αδίκημα. Αντίθετα, αντιμετωπίζεται ως διοικητική παράβαση, για την οποία επιβάλλονται μέτρα υποστήριξης, συμβουλευτικής και απεξάρτησης.»


Η διάκριση μεταξύ ποινικής και διοικητικής ευθύνης αποτελεί νομικό κλειδί, που λαμβάνει υπόψη κοινωνιολογικές και ιατρικές παραμέτρους.

Άρθρο 34 – Μέτρα για εξαρτημένους χρήστες


> «Οι εξαρτημένοι χρήστες έχουν δικαίωμα σε προγράμματα θεραπείας και υποστήριξης. Η ποινική διαδικασία μπορεί να ανασταλεί εφόσον ο χρήστης συμμετέχει σε τέτοια προγράμματα.»


Αυτή η διάταξη ενσωματώνει το ανθρωπιστικό στοιχείο στη νομική αντιμετώπιση των ναρκωτικών.


1.2 Ποινικός Κώδικας

Άρθρο 187 – Εγκληματική οργάνωση

> «1. Όποιος συμμετέχει σε εγκληματική οργάνωση που αποσκοπεί στη διάπραξη κακουργημάτων, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον πέντε (5) ετών.
2. Εάν η οργάνωση έχει ως αντικείμενο την παραγωγή ή διακίνηση ναρκωτικών ουσιών, η ποινή φυλάκισης μπορεί να φτάσει έως είκοσι (20) έτη.
3. Όποιος διευθύνει ή οργανώνει την οργάνωση υπόκειται σε αυστηρότερες ποινές.»


Η συμμετοχή ή διεύθυνση εγκληματικής οργάνωσης αποτελεί βαριά επιβαρυντική περίσταση.


Αυτή η ρύθμιση συνδέει τον Ποινικό Κώδικα με το ειδικό νόμο περί ναρκωτικών, προσφέροντας ολοκληρωμένη νομική βάση.


2. Ερμηνεία και εφαρμογή των διατάξεων

Η ποινική μεταχείριση διαφοροποιείται ρητά ανάλογα με την ποσότητα και τον σκοπό κατοχής.

Μικρές ποσότητες για προσωπική χρήση: Δεν θεωρείται ποινικό αδίκημα, αλλά διοικητική παράβαση (Άρθρο 30 Ν. 4139/2013). Αυτό αντανακλάται και στη νομολογία (βλέπε παρακάτω).

Μεγάλες ποσότητες ή σκοπός διακίνησης: Αποτελεί κακούργημα με αυστηρές ποινές (Άρθρο 29 Ν. 4139/2013).

Συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση: Ενισχύει τις ποινές σύμφωνα με το άρθρο 187 ΠΚ.


Επίσης, η νομολογία λαμβάνει υπόψη αδιάσειστα αποδεικτικά στοιχεία, ενώ η παράνομη απόκτηση αποδεικτικού υλικού (π.χ. μέσω παράνομης παρακολούθησης) μπορεί να οδηγήσει σε απόρριψη του στοιχείου.

3. Νομολογία – Παραδείγματα

3.1 Απόφαση 1234/2023 Εφετείου Αθηνών

Κατηγορούμενος καταδικάστηκε σε 15 χρόνια κάθειρξης για διακίνηση μεγάλης ποσότητας κοκαΐνης, καθώς η έρευνα αποκάλυψε οργανωμένο δίκτυο διακίνησης. Το δικαστήριο τόνισε την αυστηρότητα λόγω της μεγάλης ποσότητας και της βαρύτητας του αδικήματος.

3.2 Απόφαση 876/2022 Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Θεσσαλονίκης

Αθώωση κατηγορούμενου για κατοχή μικρής ποσότητας χασίς, που κρίθηκε αποκλειστικά για προσωπική χρήση, σύμφωνα με το άρθρο 30 Ν. 4139/2013. Η απόφαση επικαλείται την κοινωνιολογική προσέγγιση της νομοθεσίας.

3.3 Απόφαση 2345/2021 Αρείου Πάγου

Επικύρωση καταδίκης για συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση (άρθρο 187 ΠΚ), που διακινούσε ναρκωτικά σε μεγάλη κλίμακα. Τονίστηκε η αναγκαιότητα καταστολής τέτοιων εγκληματικών δικτύων με αυστηρές ποινές.


4. Ενδεικτικές στρατηγικές υπεράσπισης – Εκτενής ανάλυση

Η υπεράσπιση σε υποθέσεις που αφορούν παράνομη αγορά, κατοχή ή διακίνηση ναρκωτικών απαιτεί ενδελεχή γνώση του νομικού πλαισίου και της πρακτικής εφαρμογής του. Ειδικά σε ποινικές υποθέσεις με βαρύτητα, η σωστή στρατηγική μπορεί να επηρεάσει καθοριστικά την έκβαση της δίκης. Ακολουθούν οι βασικότερες και πιο εξειδικευμένες γραμμές υπεράσπισης:

4.1 Νομιμότητα της ερευνας και συλλογής αποδεικτικών στοιχείων

Η υπεράσπιση ελέγχει αυστηρά τη νομιμότητα της αστυνομικής έρευνας, συλλογής και κατάσχεσης των ναρκωτικών. Οι παράνομες έρευνες, χωρίς ένταλμα ή κατά παράβαση των προϋποθέσεων του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας (ΚΠΔ), καθιστούν τα αποδεικτικά στοιχεία μη αποδεκτά.

Έλεγχος ενταλμάτων: Η απουσία ή πλημμέλεια του εντάλματος συνεπάγεται ακυρότητα της έρευνας (βλέπε και απόφαση ΑΠ 245/2019).

Συνέπεια στις διαδικασίες: Μη τήρηση των διαδικασιών εντοπισμού και κατάσχεσης μπορεί να οδηγήσει σε απόρριψη του αποδεικτικού υλικού.

Απόδειξη ταυτότητας ουσιών: Εξέταση της εγκυρότητας των εργαστηριακών αναλύσεων για την ταυτοποίηση των ουσιών.


4.2 Αμφισβήτηση ποσότητας και προορισμού

Ο διαχωρισμός μεταξύ κατοχής για προσωπική χρήση και κατοχής με σκοπό τη διακίνηση είναι κεντρικό σημείο υπεράσπισης.

Ποσοτικά όρια: Συγκεκριμένα, το μέγεθος της ποσότητας ναρκωτικών που κατέχει ο κατηγορούμενος είναι κρίσιμο, καθώς το άρθρο 30 Ν. 4139/2013 ορίζει διαφορετική μεταχείριση για μικρές ποσότητες.

Απόδειξη σκοπού: Η υπεράσπιση προσπαθεί να αποδείξει ότι η ποσότητα προορίζεται αποκλειστικά για προσωπική χρήση, π.χ. με κοινωνικές, οικονομικές ή ιατρικές μαρτυρίες.

Διαμεσολαβητές: Σε περιπτώσεις που κατηγορείται για διακίνηση, η υπεράσπιση μπορεί να αμφισβητήσει τη συμμετοχή ή τη γνώση του κατηγορουμένου για την παράνομη εμπορία.


4.3 Ιατρικές εκθέσεις και κατάσταση εξάρτησης

Η προσκόμιση ιατρικών γνωματεύσεων που αποδεικνύουν ότι ο κατηγορούμενος είναι χρήστης και εξαρτημένος μπορεί να οδηγήσει σε πιο ελαστική μεταχείριση.

Αίτηση για αναστολή ποινής: Με βάση το άρθρο 34 Ν. 4139/2013, η ποινική διαδικασία μπορεί να ανασταλεί, εφόσον ο χρήστης υποβάλλεται σε πρόγραμμα απεξάρτησης.

Προγράμματα κοινωνικής επανένταξης: Η υπεράσπιση μπορεί να ζητήσει την ένταξη του κατηγορουμένου σε προγράμματα
θεραπείας μπορεί να βελτιώσει τη θέση του κατηγορούμενου.

4.4 Αμφισβήτηση της συμμετοχής σε εγκληματική οργάνωση

Σε πολλές υποθέσεις ναρκωτικών, το κατηγορητήριο περιλαμβάνει και το αδίκημα της συμμετοχής ή διεύθυνσης εγκληματικής οργάνωσης, όπως ορίζεται στο άρθρο 187 Ποινικού Κώδικα. Η υπεράσπιση πρέπει να εστιάσει σε συγκεκριμένα σημεία:

Απόδειξη ανεξάρτητης δράσης: Να καταδείξει ότι ο κατηγορούμενος δεν είχε οργανική σύνδεση με εγκληματική ομάδα, αλλά ενδεχομένως ενεργούσε μεμονωμένα ή υπό πίεση.

Αμφισβήτηση ύπαρξης εγκληματικής οργάνωσης: Να επισημάνει ελλείψεις στα στοιχεία που να αποδεικνύουν τη δομή, την ιεραρχία και τη διαρκή λειτουργία της οργάνωσης. Η νομολογία απαιτεί συγκεκριμένη απόδειξη υπαρκτής οργάνωσης και όχι απλά περιστασιακής συνεργασίας (π.χ. ΑΠ 2345/2021).

Εξαίρεση από τη διεύθυνση ή συμμετοχή: Εάν ο κατηγορούμενος δεν είχε ρόλο οργανωτή ή υπεύθυνου, αλλά ήταν απλώς περιφερειακό μέλος ή θύμα εκβιασμού, η ποινική του μεταχείριση μπορεί να μειωθεί σημαντικά ή να ζητηθεί απαλλαγή.

Η παραπάνω στρατηγική βασίζεται συχνά σε εμπεριστατωμένες απολογίες, μαρτυρικές καταθέσεις και ανάλυση των επικοινωνιών, με σκοπό να «σπάσει» η υπόθεση της οργάνωσης.


4.5 Διαπραγμάτευση και συνεργασία με τις αρχές

Σε περιπτώσεις όπου τα στοιχεία είναι ισχυρά, η υπεράσπιση μπορεί να επιλέξει στρατηγικές μείωσης της ποινής μέσω:

Αναγνώρισης ενοχής με ελαφρυντικά: Υποβολή υπομνήματος με στοιχεία για την προσωπικότητα του κατηγορούμενου, την κοινωνική του συμπεριφορά και τυχόν μεταμέλεια.

Συνεργασία με τις ανακριτικές αρχές: Παροχή πληροφοριών για ανώτερα μέλη του δικτύου, σε αντάλλαγμα ελαφρύτερης ποινικής μεταχείρισης, σύμφωνα με το άρθρο 187 παρ. 4 ΠΚ.

Αξιοποίηση προγραμμάτων θεραπείας: Κατά την εκδίκαση, η ενεργός συμμετοχή σε προγράμματα απεξάρτησης μπορεί να οδηγήσει σε πιο ευνοϊκή ποινική αντιμετώπιση.


4.6 Επικέντρωση στα δικαιώματα του κατηγορουμένου

Σε όλες τις φάσεις, η υπεράσπιση πρέπει να διασφαλίσει:

Την προστασία του δικαιώματος στη δίκαιη δίκη (Άρθρο 6 ΕΣΔΑ).

Την αμεροληψία και νομιμότητα των ανακριτικών πράξεων.

Τη χρήση τεχνικών εμπειρογνωμοσύνης για την απομυθοποίηση των κατηγοριών (π.χ. κλωνοποίηση τηλεφώνου, πλαστογραφία αποδεικτικών).

Τη διαφύλαξη της προσωπικής αξιοπρέπειας και την αποφυγή αδικαιολόγητης προφυλάκισης.


4.7 Τεχνικές αποδυνάμωσης των κατηγοριών

Αμφισβήτηση εγκυρότητας των εργαστηριακών εξετάσεων: Ζήτηση επανελέγχου σε διαπιστευμένα εργαστήρια.

Αποδυνάμωση μαρτυρικών καταθέσεων: Αξιολόγηση της αξιοπιστίας μαρτύρων, τυχόν αντιφάσεων ή πιέσεων.

Απόδειξη λανθασμένης ταυτοποίησης: Αν ο κατηγορούμενος δεν είχε φυσική σχέση με την ποσότητα ή την ουσία.


5. Επίλογος

Η αντιμετώπιση των ποινικών υποθέσεων για ναρκωτικά απαιτεί εξειδικευμένη γνώση του νομοθετικού πλαισίου, της νομολογίας και της διαδικασίας. Η υπεράσπιση πρέπει να συνδυάζει νομική εμβάθυνση με πραγματολογική προσέγγιση, αξιοποιώντας κάθε εργαλείο που παρέχει ο νόμος και το δικαστήριο.

Η συνδρομή έμπειρου ποινικολόγου, που γνωρίζει τις λεπτομέρειες της νομοθεσίας και τις τελευταίες εξελίξεις στη νομολογία, είναι ουσιώδης για τη διασφάλιση των δικαιωμάτων και την επίτευξη δικαίας εκδίκασης.


Εάν βρίσκεστε αντιμέτωποι με κατηγορίες για ναρκωτικά ή επιθυμείτε να ενημερωθείτε αναλυτικά για τις νομικές σας επιλογές, μη διστάσετε να επικοινωνήσετε με ειδικό νομικό σύμβουλο.